Αρβανίτες. Οι μετανάστες που ενοποιήθηκαν με τους ντόπιους, πολέμησαν μαζί τους εναντίον των Τούρκων και διατήρησαν μόνο το γλωσσικό ιδίωμα, ενώ πολιτιστικά, κοινωνικά και εθνικά ενσωματώθηκαν πλήρως.

Οι ιστορικές αστοχίες Ράμα και οι Μεγάλες Ιδέες του που δυναμιτίζουν τις διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας και Αλβανίας.


Του Χρήστου Δεμέτη

Ας το τονίσουμε εξαρχής. Δεν υπάρχει καθαρότητα φυλής και έθνους, αλλά και η διάκριση Αλβανών και Αρβανιτών, είναι θολή και αδόκιμη. Η επικαιρότητα μας αναγκάζει να εμβαθύνουμε με ιστορικές πηγές και μια σύντομη αναδρομή στο τι συνέβη το τελευταίο διάστημα, σε μια προσπάθεια να αποφύγουμε τους φανατισμούς και να αποσαφηνίσουμε ορισμένες καταστάσεις.

Ο νέος αναδυόμενος εθνικισμός

Τη δεκαετία του '90 ο Σαλί Μπερίσα δήλωνε ότι οι Αρβανίτες είναι αλβανική μειονότητα στην Ελλάδα. Εν έτει 2016 ο πρωθυπουργός της Αλβανίας φοράει την εθνικιστική του στολή και προσπαθεί να "ταΐσει" με γενικεύσεις το κοινό του.

Πριν λίγους μήνες είχαμε επίσης το ζήτημα της Τσαμουριάς, εν μέσω Euro 2016 και φτάσαμε στις διαταγές κατεδάφισης κατοικιών ομογενών στη Χειμάρρα την περασμένη εβδομάδα που έφεραν νέα "ελληνοαλβανική σύγκρουση". Τώρα, ο Έντι Ράμα μιλάει για την Ακρόπολη που σώθηκε από έναν "Αλβανό αρχιεπίσκοπο Αθηνών", ξεπερνώντας κάθε όριο φανατισμού.

Πρόκειται προφανώς για μια σκόπιμη αντίδραση εκ μέρους του στην ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών για τις κατοικίες στη Χειμάρρα. Οι δηλώσεις Ράμα δεν έχουν άμεση σχέση με το σχέδιο για τη Χειμάρρα και αποσκοπούν στο να δημιουργήσουν τεχνητή ένταση.

Στις δηλώσεις του Ράμα όμως, διακρίνουμε δύο ιστορικές ανακρίβειες, που έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις εθνικιστικές κορώνες που χρησιμοποιεί.

Πάμε πρώτα να θυμηθούμε τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Αλβανίας, όπως αναρτήθηκαν σε σχόλιο του στον επίσημο λογαριασμό του στο Facebook:

"Αυτή η γκραβούρα της παλιάς Αθήνας το 1670 (η πόλη στην οποία, όπως έγραφε ακόμα και 1925 ο Έλληνας φαναριώτης πρίγκιπας Ευγένιος Ρίζος- Ραγκαβής, ο γηγενής πληθυσμός είναι ακόμη και σήμερα κυρίως αλβανικός) μας υπενθυμίζει, μεταξύ άλλων, πως αν η Ακρόπολη στέκεται ακόμα για τη δόξα της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, αυτό οφείλεται και στο όραμα του Αλβανού αρχιεπισκόπου της Αθήνας, Γεωργίου Δούσμανη (Gjergj Dushmani) o οποίος το 1686, διαπραγματεύεται με τον Φραγκίσκο Μοροζίνι του βενετικού στόλου για να μην βομβαρδίσουν την πόλη από το λιμάνι του Φαλήρου, επειδή εκεί υπήρχε μια τουρκική φρουρά.

Μια τέτοια ιστορία μιας πόλης που κάποτε ήταν σύμφωνα με τα αυθεντικά στοιχεία και τους ιστορικούς, κυρίως αλβανόφωνοι, δεν την κάνει απολύτως μια αλβανική πόλη, αν και η Αθήνα οφείλει κάτι στους Αλβανούς στην εξαιρετική της ιστορία. Και ακριβώς έτσι, αν η Χειμάρρα βίωσε το ελληνικό αρχιπέλαγος και με την ελληνική γλώσσα ως "κοινή διάλεκτο" της Ανατολής, μέσω των θαλάσσιων ανταλλαγών, σε στενή και γόνιμη συνύπαρξη, δεν την καθιστά απολύτως μια ελληνική επαρχία, μάλιστα ο πληθυσμός της σε όλες τις διεθνείς συμβάσεις, για να μην μιλήσουμε για την ιστορία, χαρακτηρίζεται απλά ως Αλβανικός".


Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή βλέποντας τί έγινε ιστορικά κατά την πολιορκία της τουρκοκρατούμενης Αθήνας από τους Βενετούς. Στο πλαίσιο του Έκτου Ενετοτουρκικού Πολέμου λοιπόν, οι Βενετοί προχώρησαν σε μεγάλη εκστρατεία στην Πελοπόννησο που είχε ξεκινήσει από το 1685 και στην οποία είχαν, πρόθυμα όπως πάντα, συμμετέχει και 2.000 Έλληνες Κερκυραίοι εθελοντές.

Από το 1685 οι Βενετοί είχαν καταλάβει τη Λευκάδα και ύστερα τα κάστρα της Μεσσηνίας, Μεθώνη και Κορώνη. Ακολούθησε η κατάληψη των σημαντικών φρουρίων της Ναυπάκτου, Μάνης, Μυστρά, Άργους, Ναυπλίου και Κορίνθου.

Στην συνέχεια οι Βενετοί αποφάσισαν ότι η επόμενη σωστή στρατηγική κίνηση ήταν η κατάληψη της Αθήνας. Κατά την βενετική πολιορκία της Αθήνας, μία οβίδα επέπεσε στον Παρθενώνα, τον οποίο οι Τούρκοι είχαν μετατρέψει σε μπαρουταποθήκη, με συνέπεια την καταστροφή του μεγαλυτέρου τμήματός του.

Από την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (Εκδοτική Αθηνών):  

"Ο Μοροζίνι έκανε μία αναγνωριστική επιχείρηση στήν Αττική, ενώ στόν Πειραιά τόν συνάντησαν οι πρόκριτοι των Αθηνών Σταμάτης Γάσπαρης, Μιχαήλ Δημάκης, Γιώργος Δούσμανης καί Ιάκωβος Δαμίστρος καί μαζί μέ τόν μητροπολίτη Ιάκωβο Δ' του προσέφεραν 9000 ρεάλια ως φόρο υποτέλειας μέ τήν παράκληση νά μην καταλάβει τήν πόλη τους. Πράγματι, ο Βενετός αποσύρθηκε στό Ναύπλιο γιά νά ξεχειμωνιάσει, αλλά πανώλης η οποία μεταδόθηκε από γαλλικό πλοίο αποδεκάτισε τα στρατεύματά του, μαζί φυσικά μέ τούς κατοίκους του Ναυπλίου καί τελικά ο αρχιστράτηγος αναγκάστηκε νά αναχωρήσει γιά τά Επτάνησα. Τήν άνοιξη του 1687 ο χριστιανικός στόλος κινήθηκε πρός τήν Πάτρα, τήν οποία είχε οχυρώσει ο νέος σερασκέρης Πελοποννήσου ο Αχμέτ πασάς. 

Οι Ρωμιοί εθελοντές πού ακολούθησαν τούς Βενετούς ηταν οι Ζακυνθινοί Νικόλαος Φοσκάρδης, Σπυρίδων Ναράτζης, Αναστάσιος Καψοκέφαλος, Κωνσταντίνος Καπνίσης, οι Κεφαλλονίτες Ιωάννης Λοβέρδος, Πιανιατόρος, Χωραφάς, Μεταξάς, Φωκάς, Τσιμάρας καί Σιγούρος. Στίς 22 Ιουλίου 1687 ο Morosini μέ 14000 άνδρες, Κατάληψις των Πατρών (1687) αποβιβάσθηκε στίς Ιτιές, δυτικά των Πατρών, καί αντιμετώπισε μέ επιτυχία τίς συνεχόμενες επιθέσεις του τρομερού τουρκικού ιππικού. 

Ο Αχμέτ πασάς έχασε 2000 στρατιώτες καί αναγκάστηκε νά εγκαταλείψει τήν Πάτρα καί νά καταφύγει στό φρούριο του Ρίου. Εκεί όμως, ο βενετικός στόλος μέ ναύαρχο τόν Σονούτο τόν κανονιοβόλησε καί τόν έτρεψε σέ φυγή. Ο Μοροζίνης μετέτρεψε τό μεγαλύτερο τζαμί της πόλης των Πατρών σέ ναό του Αποστόλου Ανδρέου καί έστειλε τόν οπλαρχηγό Άγγελο Νέγρη στήν Γλαρέντζα (Κυλλήνη) γιά νά καταλάβει τό κάστρο στό Χλεμούτσι (καστέλο Τορνέζε). Ολόκληρος ο Μωριάς τό καλοκαίρι του 1687 είχε απελευθερωθεί από τούς Οθωμανούς καί τό γεγονός γιορτάστηκε στή Βενετία, όπου στήν αίθουσα του Συμβουλίου των Δέκα, στήθηκε η προτομή του Morosini μαζί μέ τή σημαία του σερασκέρη πού κυριεύθηκε στήν Πάτρα μέ τήν εξής επιγραφή: FRANCISCO MAUROCENO... 

Οι διαδοχικές ήττες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στά βόρεια σύνορά της, τήν ανάγκασαν νά υπογράψει, ύστερα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, στίς οποίες συμμετείχε καί ο δραγουμάνος της Πύλης Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, τήν ταπεινωτική συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699)".
Όπως καταγράφεται στην ιστορία, ο Γιώργος Δούσμανης ήταν πρόκριτος και όχι αρχιεπίσκοπος, όπως ανέφερε ο Ράμα. Από εκεί και πέρα, ο ισχυρισμός Ράμα ότι ο πληθυσμός της Αθήνας είναι "Αλβανικός", αποτελεί ιστορική γενίκευση.

Στη σημερινή πρωτεύουσα της Ελλάδας ζούσαν τότε πράγματι Αρβανίτες, όπως και σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Οι Αρβανίτες που αφομοιώθηκαν ήταν οι ελληνορθόδοξοι και δεν έχουν πλέον σχέση με τους σημερινούς Αλβανούς για τους λόγους που θα εξηγήσουμε στη συνέχεια.


"Ανθρωπολογική Μελέτη του Πληθυσμού της Πελοποννήσου. Η Καταγωγή των Πελοποννήσιων":

Οι αρβανίτικες φατρίες ήταν και έμειναν πιστές στην Ελληνική Ορθοδοξία, ένα μέρος τους όμως ασπάστηκαν το Ισλάμ. Οι Αρβανίτες υπηρετούσαν στο Βυζαντινό στρατό και η Δυναστεία των Παλαιολόγων τους χρησιμοποίησε συχνά σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες. Σε μια περίπτωση, 6.000 Αρβανίτες από την Γλαρέντζα εστάλησαν στο πεδίο μάχης. Στα μέσα του 1454, ένας ηγέτης που ονομαζόταν Πέτρος Μπούας είχε περίπου 30.000 Αρβανίτες υπό την εντολή του.

Από το σύνολο των μεταναστών, όσοι έφτασαν στην Πελοπόννησο και είχαν εγκατασταθεί σε δυσπρόσιτες ορεινές ζώνες, σχημάτιζαν συμπαγείς ομάδες. Καθώς συχνά δεν είχαν ενδοιασμό να τεθούν υπό τις διαταγές ενός ελληνόφωνου άρχοντα, που ήταν απευθείας απόγονος της παλαιάς αυτοκρατορικής δυναστείας, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αποτέλεσαν βασική εστία αντίστασης στους Οθωμανούς. Με την υιοθέτηση κοινής στάσης, οι ελληνο-αρβανίτικες ενώσεις, διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, πολλοί Αρβανίτες συμμετείχαν στο Μακεδονικό Αγώνα (1903), όπως ο Βαγγέλης Κοροπούλης από τη Μάνδρα Αττικής.

Οι Αρβανίτες είναι στην πλειονότητα τους Χριστιανοί Ορθόδοξοι στο θρήσκευμα και στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν δίγλωσσοι. Η γλώσσα τους, τα Αρβανίτικα, έχει κοινή προέλευση με την επίσημη Αλβανική και έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από την Ελληνική γλώσσα με την οποία έχει έρθει σε επαφή, από τα Λατινικά και από τα Σλαβικά. 

Η γλώσσα πλέον βρίσκεται σε παρακμή, εν μέρει εξαιτίας της μετακίνησης των Αρβανιτών από τα χωριά τους στις ελληνόφωνες πόλεις και εν μέρει λόγω της πλήρους πολιτιστικής ενσωμάτωσης των Αρβανιτών από το ελληνικό περιβάλλον.
Η ανάμειξη των Αρβανιτών με τους πολυπληθέστερους ελληνόφωνους γηγενείς του ελλαδικού χώρου, είχε ως αποτέλεσμα με το πέρασμα των αιώνων, μεγάλο μέρος τους να αφομοιωθεί πλήρως γενετικά και πολιτισμικά, αφήνοντας απογόνους με κάποια μακρινή αρβανίτικη καταγωγή.

Αρβανίτες Εύζωνοι:


"Άρβανον": Η ιστορία του ονόματος

Οι Αρβανίτες πρωτοαναφέρονται στις Βυζαντινές πηγές από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη και αργότερα, ως Αρβανίτες από το Άρβανον, στο βιβλίο της Άννας Κομνηνής, "Αλεξιάδα". Το βιβλίο ασχολείται με τις ταραχές στην περιοχή του Αρβάνου που προκάλεσαν οι Νορμανδοί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα της, Αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού (1081 – 1118). Στην "Ιστορία" (1079 – 1080 μ.Χ.), ο Βυζαντινός ιστορικός Μιχαήλ Ατταλειάτης ήταν ο πρώτος που ανέφερε τους Αλβανούς ως έχοντες λάβει μέρος σε εξέγερση εναντίον της Κωνσταντινούπολης το 1043 μ.Χ. και τους Αρβανίτες ως υποτελείς του Δούκα του Δυρραχίου και Πρωτοπροέδρου Νικηφόρου του Βασιλάκη (τέλη 1078 ή αρχές 1079). 

Ωστόσο, μια λεπτομερής ανάλυση του αυθεντικού κειμένου του Ατταλειάτη, όπου αναφέρονται δύο φορές "Αλβανοί" και μία φορά "Αρβανίτες", οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ο μεν όρος "Αλβανοί" αναφέρεται σε Νορμανδούς που είχαν κατέλθει πρόσφατα στην Ιταλία από την "πέραν των Άλπεων Γαλατία", ενώ ο όρος "Αρβανίται" στους κατοίκους των Βαλκανίων.

Αυτή η αναφορά του Ατταλειάτη σε "Αρβανίτες" είναι και η πρώτη τεκμηριωμένη αναφορά στους Αρβανίτες της Βαλκανικής. H μεταφορά των όρων ως Albani στη Λατινική και λανθασμένα ως Albanais κτλ σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, οδήγησαν Ευρωπαίους ιστορικούς στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι ο "Δουξ του Δυρραχίου" ήταν ο Γεώργιος Μανιάκης και ότι επαναστάτησε το 1043 επικεφαλής Αλβανών.

Ο όρος Αρβανίτικα προέρχεται από τη λέξη Αρβανίται. Η ετυμολογία του ελληνικού επιθέτου Αρβανίτικα προέρχεται από τη ρίζα Αρβανίτ- του ουσιαστικού Αρβανίτης, σύμφωνα με το λεξικό του Γιάννη Κουλάκη.

Σύμφωνα με το λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη η λέξη προέρχεται από το τοπωνύμιο Άρβανα > αλβ.Ärbena. Η ονομασία Άρβανα δόθηκε αρχικώς στην οροσειρά που εκτείνεται μεταξύ των ποταμών Mat και Ischmi (δυτικά της Αχρίδας), οι δε κάτοικοι των περιοχών αυτών ονομάστηκαν (από τους υπόλοιπους Έλληνες) Αρβανίται, όνομα που συνδέεται με τον τύπο Αλβανοί (Αρβανίται=>Αλβανίται), κτλ.

Οι Αρβανίτες, κυρίως μετά την ανάπτυξη του Αλβανικού εθνικισμού αλλά και λόγω της συμπόρευσής τους με το ελληνικό στοιχείο, απορρίπτουν οιαδήποτε συσχέτιση με τους Αλβανούς. Στη δεκαετία του 1990 ο Αλβανός Πρόεδρος Σαλί Μπερίσα περιέγραψε τους Αρβανίτες ως μια αλβανική μειονότητα στην Ελλάδα, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση των Αρβανιτών στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.

Το κοινό θρησκευτικό δόγμα, η κοινή καταγωγή, ιδίως σε ό,τι αφορά τους Ηπειρώτες, η κοινή παιδεία, καθώς και η όσμωση αιώνων με το ελληνικό στοιχείο κατέστησε τους Αρβανίτες, Έλληνες. Φυσικό επακόλουθο λοιπόν ήταν η ταύτιση με τους αγώνες του ελληνικού έθνους, όπως γράψαμε και παραπάνω. Η ελληνικότητα τους, όπως αυτή ορίζεται από την απελευθέρωση της Ελλάδος και μετά, έχει αμφισβητηθεί μονάχα από Έλληνες ακροδεξιούς και από πολιτικούς της Αλβανίας.
Κατά τη διάρκεια άλλωστε των εθνοαπελευθερωτικών αγώνων, οι Αρβανίτες ήρθαν αντιμέτωποι με μουσουλμάνους Αλβανούς, τους λεγόμενους "Τουρκαλβανούς".

Κάπως έτσι ο Σπύρος Στούπης στο βιβλίο του "Ηπειρώτες και Αλβανοί –η προσφορά της Ηπείρου προς το έθνος", παρατηρεί:

"Εάν οι χιλιάδες των λεγομένων Αλβανών πού εγκατεστάθησαν κατά καιρούς στην Ελλάδα ήταν αλβανικής εθνικής συνειδήσεως και αλβανόφωνοι, τότε, θα είχαμε ακόμα και σήμερα μιά πολύ μεγάλη αλβανική μειονότητα, όπως συμβαίνει με εκείνη του Κοσσυφοπεδίου τής Γιουγκοσλαβίας".

Με λίγα λόγια, οι Αρβανίτες μπορεί να κατάγονται από την Αλβανία, ωστόσο η αναφορά Ράμα αποσκοπεί στο να αφήσει υπόνοιες για ύπαρξη μειονότητας, πράγμα το οποίο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί ούτε κοινωνικά, ούτε εθνοτικά.


Κλείνουμε την ιστορική αναδρομή με απόσπασμα άρθρου του Δημ. Σαραντάκου, όπως δημοσιεύθηκε στο sarantakos.wordpress.com:

"...Και μην αρχίσουν τώρα τις σοφιστείες τους, οι διάφοροι ελληναράδες, πως τάχα μου άλλο Αρβανίτες και άλλο Αλβανοί, γιατί θα τους παραπέμψω, για να ξεστραβωθούν, σε επίσημα έγγραφα των Εθνοσυνελεύσεων της Επανάστασης, που μιλάνε για τους "Αλβανούς συμμάχους", αλλά και στον Βυζάντιο, στον Παπαδιαμάντη και πλήθος άλλους συγγραφείς του 19ου αιώνα που όλοι τους ταυτίζουν τους Αρβανίτες με τους Αλβανούς.

Η χιτλερική θεωρία περί "καθαρής φυλής" δεν έχει καμιά επιστημονική υπόσταση και έχει καταδικαστεί αμετάκλητα από την ιστορία. Ειδικότερα δε με την περίπτωσή μας, είναι απολύτως ξεκρέμαστη. Καθαρή ελληνική φυλή δεν υπήρξε ποτέ, ούτε καν στην αρχή της ιστορίας μας, με όλους τους Δαναούς, τους Λέλεγες, του Πελασγούς, τους Αίμονες, τους Άβαντες και ένα σωρό άλλους που όλοι μαζί δημιούργησαν την ελληνική εθνότητα.

Και αυτό συνεχίστηκε σε όλη την Αρχαιότητα, τον Μεσαίωνα και τους Νεότερους χρόνους. Ο τόπος μας είναι σταυροδρόμι, από το οποίο πέρασαν και περνούν λαοί και λαοί. Αυτό που μετρά και, που πρέπει να μας δίνει θάρρος είναι ο διαπιστωμένος "παράγοντας εξελληνισμού" που οφείλεται στην ιδιοσυγκρασία μας, στα ήθη και έθιμά μας, στο πολύτιμο πολιτιστικό μας απόθεμα και βέβαια στην ομορφιά του τόπου μας και στο θαυμάσιο κλίμα μας.

Ο τόπος μας είναι σταυροδρόμι, από το οποίο πέρασαν και περνούν λαοί και λαοί. Αυτό που μετρά και, που πρέπει να μας δίνει θάρρος είναι ο διαπιστωμένος "παράγοντας εξελληνισμού" που οφείλεται στην ιδιοσυγκρασία μας, στα ήθη και έθιμά μας, στο πολύτιμο πολιτιστικό μας απόθεμα και βέβαια στην ομορφιά του τόπου μας και στο θαυμάσιο κλίμα μας.

Η ονομασία Έλληνας τους καλύπτει όλους: και τους βλαχόφωνους (αφού Βλάχοι ήταν ο Ίσκος, ο Ολύμπιος, ο Κωλέτης, ο Ζάππας, ο Στουρνάρης και τόσοι άλλοι) και τους σλαβόφωνους (ο καπετάν Κόττας, δεξί χέρι του Παύλου Μελά, του οποίου άγαλμα βρίσκεται στη Φλώρινα, δεν ήξερε λέξη ελληνική) και τους τουρκόφωνους πρόσφυγες από την Καππαδοκία και τους αρβανίτες και τους Εβραίους (ο δεύτερος ανώτερος Έλληνας αξιωματικός, που έπεσε στην Αλβανία υπερασπιζόμενος την πατρίδα, ήταν ο αντισυνταγματάρχης Μαρδοχαίος Φριζής, Εβραίος από τη Χαλκίδα), ακόμα και τους Πομάκους της Θράκης, που είναι απόγονοι των αρχαίων Θρακών και τους οποίους οι εντολές των ξένων επικυρίαρχών μας και η ξενόδουλη τακτική των πολιτικών μας, από τον καιρό του Παπάγου ακόμη, τους έσπρωξαν με το ζόρι στην αγκαλιά των Τούρκων.

Η καλύτερη και ρεαλιστικότερη αντιμετώπιση του προβλήματος των οικονομικών μεταναστών είναι να τους κάνουμε πολίτες του ελληνικού κράτους. Με τον τρόπο αυτόν οι περισσότεροι θα μπορούν να πάνε νομίμως και με ελληνικό διαβατήριο σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης (αφού αυτός είναι ο ενδόμυχος σκοπός τους), ενώ όσοι μείνουν, σε εκατό χρόνια θα γίνουν Έλληνες. Μην ξεχνάμε πως οι χιλιάδες Βαυαροί, που μας κουβάλησε ο Όθωνας, σε πολύ συντομότερο διάστημα εξελληνίστηκαν απολύτως".
Η νέα διπλωματική εμπλοκή

Θυμίζουμε τέλος την ανακοίνωση του αλβανικού υπ. Εξωτερικών για τη Χειμάρρα:
"Η Αλβανία δεν κάνει διακρίσεις σε σχέση με τις αρχές του κράτους Δικαίου. Oι νομικές διαδικασίες που ακολουθούνται από το Δήμο Χειμάρρας, οι οποίες επικεντρώνονται στην μεταμόρφωση της πόλης σε ένα ευρωπαϊκό τουριστικό προορισμό, είναι διαφανείς και σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία".

Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών καλούσε νωρίτερα τις αλβανικές Αρχές "να προβούν άμεσα αφενός στην ακύρωση της κατεδάφισης και αφετέρου σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις με τους ιδιοκτήτες για τα σχέδια ανάπλασης της Χειμάρρας.

Η προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων και δη των μειονοτικών δικαιωμάτων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των 5 προϋποθέσεων που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ως εκ τούτου, εφόσον η Αλβανία ειλικρινά επιθυμεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αποδείξει στην πράξη ότι λειτουργεί ως κράτος Δικαίου προστατεύοντας από αυθαιρεσίες και παρανομίες τα δικαιώματα όλων των κατοίκων της ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής και προελεύσεως".

Εν κατακλείδι, προφανώς και η αλβανική πλευρά κινείται με τη στρατηγική της νύξης ως προς την ιστορική ύπαρξη αλβανικής μειονότητας στη χώρα, "απαντώντας" με αυτόν τον τρόπο στις αξιώσεις του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας στη χώρα.

Ο ορισμός του ΟΗΕ περί μειονότητας:

"...αι μη κυρίαρχοι ομάδες, αι οποίαι αν και βασικά επιθυμούν την ίσην μεταχείρισιν, επιδιώκουν διάφορον μέχρις ενός βαθμού μεταχείρησιν, δια να διατηρήσουν τα κύρια χαρακτηριστικά τους με τα οποία και ξεχωρίζουν από την πλειονότητα του πληθυσμού. Τα κύρια αυτά χαρακτηριστικά που προστατεύονται είναι η φυλή, η θρησκεία και η γλώσσα".


 
Top