Η φοροκαταιγίδα δεν έχει τέλος. Θέλουν να δουλεύουμε για το κράτος και σε αυτή την κατεύθυνση αυξάνουν από αρχές του νέου έτους την φορολογία σε όσους αμείβονται με μπλοκάκια, ενώ ετοιμάζουν νέο φόρο για όσους πούλησαν τα ακίνητα τους έως και δέκα χρόνια πριν.
Καλούνται δηλαδή και πάλι στο ταμείο γιατί αναγκάστηκαν να ξεφορτωθούν σπίτια ή άλλα ακίνητα γιατί δεν μπορούσαν να πληρώνουν ΕΝΦΙΑ. 

Πιο συγκεκριμένα, όσοι αμείβονται με μπλοκάκια από την 1/1/2017 επί της ουσίας θα δίνουν το 80% του εισοδήματος στα Ταμεία και το Κράτος. Θα πληρώνουν ως ελεύθεροι επαγγελματίες εισφορές ίσες με 26,95% και παράλληλα και τις εισφορές τους ως μισθωτοί.

Το ίδιο ισχύει και για όσους έχουν ασφάλιση ΙΚΑ, που θα συνεχίσουν να πληρώνουν το 16% των εισφορών, αλλά και για όσους είναι ασφαλισμένοι στο ΤΣΜΕΔΕ, το ΤΣΑΥ, το Ταμείο Νομικών κλπ που μαζί με τις εισφορές για το Ταμείο τους ως μισθωτοί θα πρέπει από 1/1/2017 να πληρώνουν επιπλέον εισφορά ύψους 26,95%.
Κάπως για όσους έχουν ΙΚΑ η επιβάρυνση φτάνει το 43%, για όσους οι εισφορές είναι στο 22% η επιβάρυνση θα είναι 50%.

Αν στις εισφορές προστεθεί και ο φόρος εισοδήματος μαζί με την προκαταβολή φόρου κλπ τότε οι απώλειες φτάνουν το 80%.

Και αυτό για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τα γενικά όσους αμείβονται με μπλοκάκια γιατί εκτός από τη νέα επινόηση που ακούει στο όνομα "ταυτότητα κτιρίου" το οικονομικό επιτελείο ετοιμάζει νέο χαράτσι για όσους πούλησαν το ακίνητο τους πριν πέντε ή και δέκα χρόνια, παρότι τότε δηλώσαν κανονικά στο Ε1 το τίμημα όπως προβλεπόταν και χωρίς να έχουν ποτέ καμία υποχρέωση να πληρώσουν άλλο φόρο για τα ποσά που εισέπραξαν.

Ωστόσο, όπως κατά κόρον γινόταν πριν επιβληθεί ο φόρος υπεραξίας, χιλιάδες συμβόλαια ανέγραφαν την αντικειμενική αξία του ακινήτου. Έτσι η κατάθεση στην τράπεζα του επιπλέον ποσού από τον αγοραστή (το τίμημα δηλαδή πάνω από την αντικειμενική τιμή του συμβολαίου) χαρακτηρίζεται από τους ελεγκτές ως «αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας», με επαχθείς συνέπειες για τον ελεγχόμενο.

Με πρόσχημα τους ελέγχους για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όποιος ελέγχεται για οποιονδήποτε λόγο από τις ΔΟΥ ή το ΣΔΟΕ κινδυνεύει να βρεθεί υπόλογος για ξέπλυμα «μαύρου χρήματος», επειδή η εφορία σε κάθε έλεγχο που διεξάγει αναδρομικά από το 2000 και μετά, με βάση τις νέες έμμεσες τεχνικές ελέγχου ή στα πλαίσια έρευνας ύστερα από καταγγελίες, πληροφορίες, «λίστες» κλπ, περνά από «κόσκινο» όλες τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών στην υπό διερεύνηση περίοδο.

Στους ελέγχους αυτούς, η εφορία δεν δέχεται ότι τα πχ 100.000 ευρώ ή 300.000 ευρώ που κατατέθηκαν στην τράπεζα και ξεπερνούν την αντικειμενική αξία που γράφτηκε στα συμβόλαια, είναι χρήματα από εκείνη την πώληση και τα αντιμετωπίζει ως «μαύρο χρήμα» από άλλες πηγές που δεν δηλώθηκαν.

Το φαινόμενο λαμβάνει ήδη διαστάσεις και η «φιλική σύσταση» των ελεγκτών προς τους φορολογουμένους είναι να σπεύσουν να καταθέσουν τώρα από μόνοι τους συμπληρωματική δήλωση μεταβίβασης και να πληρώσουν τον φόρο 3% του πωλητή που ισχύει σήμερα, επί της διαφοράς μεταξύ του παλαιού συμβολαίου και της τότε πραγματικής τιμής πώλησης, προκειμένου να γλιτώσουν φόρους 40% ή και έως 120% -με προσαυξήσεις και πρόστιμα- σαν να ήταν αδήλωτο εισόδημα.

Για παράδειγμα:

Αν ένα ακίνητο πουλήθηκε 300.000 ευρώ αλλά στα συμβόλαια γράφτηκε αξία 100.000 (αντικειμενική), ένας αναδρομικός έλεγχος στις καταθέσεις του πωλητή δείχνει σαν αδικαιολόγητη κατάθεση τα 200.000 ευρώ. Ο ιδιοκτήτης μπορεί να είχε δηλώσει και τα 300.000 ευρώ στο Ε1 την χρονιά εκείνη, αλλά δεν είχε πληρώσει φόρο γιατί τα χρήματα από εκποίηση περιουσιακού στοιχείου δεν θεωρείτο εισόδημα (πλην του 2005 που ίσχυσε για μια χρονιά ο φόρος υπεραξίας ακινήτων). Οι ελεγκτές δεν πείθονται όμως ότι τα 200.000 ευρώ είναι από εκείνη τη συναλλαγή, γιατί δεν αποδεικνύεται από τα συμβόλαια.

Αντί να πληρώσει όμως φόρο πχ 80.000 ευρώ (40% των 200.000 ευρώ), ο ιδιοκτήτης μπορεί να καταθέσει συμπληρωματική δήλωση εμφανίζοντας σαν τίμημα τις 300.000 ευρώ. Τότε πληρώνει φόρο 3% στη διαφορά (600 ευρώ στις 200.000 ευρώ) για να γλιτώσει τα χειρότερα. Η λύση αυτή είναι πολύ οικονομικότερη και από την νέα ρύθμιση «πληρώστε και γλιτώστε» που θα τεθεί άμεσα σε εφαρμογή, για το «μαύρο χρήμα» -που σε πολλές περιπτώσεις όμως είναι απλώς λεφτά που φυλάχτηκαν «στο στρώμα» από τον φόβο χρεωκοπίας και έγιναν ανάληψη και επανακατάθεση σε τράπεζες.

Σε διαφορετική περίπτωση πάντως, αν ο ελεγχόμενος δεν θέλει να πληρώσει για φόρους που δεν οφείλει, θα μπλέξει με προσφυγές και δικαστήρια, αλλά με αμφίβολα αποτελέσματα και μεγάλη ταλαιπωρία (πχ δέσμευση λογαριασμών, πληρωμή του 50% της ποινής που θα του βεβαιωθεί κλπ).

 
Top