0
Κάποια χρονιά, ξημερώνοντας ἡ γιορτὴ τοῦ μεγάλου Βασιλείου καὶ μετὰ τὴν τέλεση τοῦ ἑσπερινοῦ, ἡ ἁγία ξαγρυπνοῦσε προσευχόμενη. Πλησίαζε ἡ ὥρα τοῦ ὄρθρου καὶ τότε ἡ Εἰρήνη ἀκούει κάποια φωνὴ νὰ τῆς λέει: «Ὑποδέξου τὸ ναυτικὸ ποὺ σοῦ φέρνει τὰ ἑσπεριδοειδῆ καὶ φάε νὰ εὐφρανθεῖ ἡ ψυχή σου».


Πράγματι, ἡ ὁσία Ἡγουμένη τοῦ Χρυσοβαλάντου συνάντησε τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀκούει νὰ τῆς ἐξιστορεῖ τὴν ἑξῆς θαυμάσια ἱστορία: Ἦταν ναυτικός, πλοιοκτήτης ἑνὸς καραβιοῦ, ἀπὸ τὴν ἱερὴ Πάτμο. Ἀπέπλευσε μὲ τὸ πλοῖο του ἀπὸ τὸ βόρειο τμῆμα τοῦ νησιοῦ γιὰ τὴν Πόλη καὶ βρισκόταν λίγα μέτρα ἀπὸ τὴ στεριά, ὅταν βλέπει ἐκεῖνος καὶ οἱ ναῦτες κάποιον σεβάσμιο γέροντα νὰ τοὺς φωνάζει νὰ σταματήσουν.

Αὐτὸ ὅμως ἦταν ἀδύνατο, καθὼς ὁ ἰσχυρὸς ἄνεμος ἔσπρωχνε τὸ πλοῖο στὸ ἀνοιχτὸ πέλαγος. Τότε ὁ γέροντας φωνάζει μὲ ὅλη τὴ δύναμή του καὶ προστάζει τὸ πλοῖο νὰ σταματήσει. Τὸ καράβι ἀκινητοποιεῖται καὶ ὁ ἴδιος ἀρχίζει νὰ βαδίζει πάνω στὰ ὕδατα.

Μπροστὰ στοὺς κατάπληκτους ναῦτες, ἐπιβιβάζεται στὸ πλοῖο καὶ δίνει στὸν καπετάνιο τρία μῆλα καὶ τοῦ λέει: «Ὅταν πᾶς στὴ Βασιλεύουσα, δῶσε τα στὸν Πατριάρχη καὶ πές του πὼς τοῦ τὰ στέλνει ὁ Πανάγαθος Θεὸς μὲ τὸν δοῦλο Του Ἰωάννη, ἀπὸ τὸν Παράδεισο».

Ἔπειτα δίνει στὸ ναύκληρο ἄλλα τρία μῆλα προσθέτοντας: «Αὐτὰ νὰ τὰ πᾶς της Εἰρήνης, τῆς Ἡγουμένης τοῦ Χρυσοβαλάντου καὶ νὰ τῆς πεῖς: φάγε ἀπὸ τοὺς καρποὺς τοῦ Παραδείσου ποὺ ἡ ἁγνὴ ψυχή σου ἐπεθύμησε». Λέγοντας αὐτά, ὁ γέροντας εὐλόγησε τὸ πλήρωμα καὶ τὸ πλοῖο ξεκίνησε καὶ πάλι τὸ ταξίδι του, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐξαφανίστηκε.

Ὀλοκληρώνοντας τὴ διήγησή του, ὁ ναυτικὸς προσκύνησε τὴν Εἰρήνη καὶ τῆς πρόσφερε τὰ μῆλα. Ἡ ἁγία τὰ δέχτηκε μὲ δάκρυα εὐλάβειας καὶ εὐγνωμοσύνης εὐχαριστώντας τὸν ἅγιο εὐαγγελιστὴ καὶ ἀπόστολο Ἰωάννη.

Στὸ κελί της γονάτισε καὶ εὐχαρίστησε τὸν Χριστὸ γιὰ αὐτὸ τὸ δεῖγμα τῆς εὔνοιάς Του πρὸς τὴ δούλη Του. Τὰ μῆλα ἦταν πραγματικὰ παραδεισένια, τόσο ὄμορφα σὲ σχῆμα καὶ χρῶμα ποὺ ὅμοιά τους δὲν ὑπῆρχαν. Ἡ εὐωδιὰ τοὺς πλημμύριζε τὴ μονὴ καὶ οἱ ἀδελφὲς ἀποροῦσαν γιὰ τὸ καινούργιο θαῦμα ποὺ συντελοῦνταν στὸν εὐλογημένο χῶρο.

Ἡ ἁγία Εἰρήνη, μὲ τὴν ἔμφυτη εὐφυΐα της καὶ τὴ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἐννόησε ὅτι τὸ θεῖο αὐτὸ δῶρο ἦταν οὐράνια πρόσκληση. Ὅταν ἔφτασε ἡ ἁγία καὶ μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἔκοψε τὸ ἕνα μῆλο σὲ λεπτὰ κομματάκια καὶ ἔτρωγε ἕνα κομμάτι κάθε μέρα, ἀπέχοντας ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη τροφή, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ νερό.

Τὴ Μεγάλη Πέμπτη, ὕστερα ἀπὸ τὴ θεία λειτουργία καὶ ἀφοῦ ὅλες οἱ μοναχὲς κοινώνησαν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἡ Εἰρήνη ἔκοψε καὶ τὸ δεύτερο μῆλο καὶ ἔδωσε σὲ κάθε ἀδελφὴ ἀπὸ ἕνα κομμάτι.


Τότε τοὺς ἀποκάλυψε καὶ τὴν ἱστορία τοῦ θείου δώρου καὶ ὅλες μαζὶ δοξολογοῦσαν τὸν Ὕψιστο γιὰ τὰ ἀναρίθμητα χαρίσματα πρὸς τὴν Ἡγουμένη τους. Τὸ τρίτο μῆλο ἡ Εἰρήνη τὸ φύλαξε γιὰ τὶς τελευταῖες μέρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς της.

Τὴ Μεγάλη Παρασκευή, οἱ ἀδελφὲς ἔψαλαν τὰ ἅγια καὶ σωτήρια Πάθη καὶ ἡ Εἰρήνη, μόνη της μέσα στὸ ἱερὸ βῆμα, γονατισμένη, εἶχε παραδοθεῖ σὲ προσευχή. Τότε εἶδε θαυμάσιο ὅραμα: ἄνοιξε ὁ θόλος τοῦ ναοῦ καὶ πλῆθος ἀγγέλων ἐμφανίστηκαν, οἱ ὁποῖοι ἔψαλλαν δοξαστικοὺς ὕμνους καὶ θυμιάτιζαν τὴν ἁγία Τράπεζα. Ἐμφανίστηκε καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, θριαμβευτὴς μὲ τὸ σταυρὸ στὸν ὦμο.

Οἱ ἄγγελοι γονάτισαν νὰ Τὸν χαιρετήσουν, ἐνῶ ἡ λάμψη Τοῦ θάμπωσε τὴν Εἰρήνη, ἡ ὁποία ἀντικρίζοντας Τὸν ἔνιωσε τὸ σκίρτημα τοῦ θείου ἔρωτα καὶ χαμήλωσε τὸ βλέμμα της. Ὅταν δειλὰ ὕψωσε τὰ μάτια της καὶ πάλι, τὸ ὅραμα εἶχε χαθεῖ. Δίπλα της βρισκόταν μόνο ὁ ἄγγελος-ὁδηγός της, ποὺ τόσες φορὲς τὴν εἶχε διακονήσει: «Γίνου ἕτοιμή» της εἶπε ἁπλὰ καὶ ἐκείνη κατάλαβε ὅτι πλησίαζε ἡ ὥρα νὰ διακονεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὰ οὐράνια.

Τὸ σύντομο διάστημα ἀπὸ τὸ οὐράνιο αὐτὸ μήνυμα μέχρι καὶ τὴν ὁσιακή της κοίμηση, ἡ ἁγία προετοίμαζε τὴν ἀκολουθία της γιὰ τὸ μεγάλο γεγονός. Στὸν ἱερὸ ναὸ τὸν Ἀρχαγγέλων τὶς δίδασκε γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου, τὴ μελλοντικὴ κρίση καὶ τὴν αἰωνιότητα.

Μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος τακτοποίησε τὶς ὑποθέσεις τοῦ μοναστηριοῦ καὶ ὑπέδειξε τὴν ἄξια διάδοχό της. Μιὰ ἑβδομάδα πρὶν τὴ μεγάλη ἡμέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο ἀπὸ τὸ παραδεισένιο μῆλο καὶ καθημερινὰ κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Ξημέρωσε τέλος ἡ Κυριακή, ὅπου γιὰ τελευταῖα φορὰ ἡ Εἰρήνη παρακολούθησε τὴ θεία λειτουργία, ἀπάγγειλε τὸ σύμβολο τῆς πίστης μας, κοινώνησε, ἀγκάλιασε τὶς ἀδελφὲς καὶ τοὺς ζήτησε συγγνώμη καὶ τέλος γονάτισε μπροστὰ στὴν Ὡραία Πύλη, ὕψωσε τὰ χέρια της καὶ προσευχήθηκε γιὰ τελευταῖα φορὰ.

loading...

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

 
Top