0
Πρωινό ξύπνημα με κινήσεις μηχανικές. Νερό στο πρόσωπο, καφές στο φλιτζάνι, δείκτης που τρέχει πάνω στην οθόνη του κινητού. 


Απότομο «φρενάρισμα» στη φράση: «Αγαπημένε Κώστα, θα μείνεις για πάντα εκείνος που γέμιζε με χαρά και γέλια την ψυχή μας. Καλό ταξίδι Φσσσσστ Μπόινγκ...». Ματιά βουρκωμένη, μια στάλα πίκρα σε γλυκό καφέ, κι αυτή η αίσθηση πως το «φευγιό του ξεκόλλησε από μέσα σου ένα κομμάτι της νιότης σου». 

Ο αέρας άλλων εποχών «φυσάει» τώρα γύρω μου γέλια δυνατά, κλεμμένα από κάτι κυριακάτικα απομεσήμερα _ ασπρόμαυρα στην οθόνη, πολύχρωμα στην μνήμη. Οικογένεια σε πλήρη στοίχιση αγκαλιάς, πασατέμπος σε γαβάθες, η φωνή της γιαγιάς: «Έχει Βουτσά, καθίστε όλοι στον καναπέ και τα παιδιά στο πάτωμα», «Κατίνα, σαλαμάκι», ανήλικα κι ενήλικα χαμόγελα μπερδεμένα με γέλια, κουβάρι ευτυχίας που κανείς δεν θέλησε ποτέ να ξεμπερδέψει. Κουβαριασμένες αγάπες σε ακριβή υποκριτική δαντέλα...


«Δεν με αρέσει αυτή Τζιέρι μου...»


«Εγώ πρέπει να ρωτήσω πρώτα τη μαμά. Να την πάρω τηλέφωνο να την πω όσα έγιναν. Θα λυπηθεί η καημένη, αλλά τι να γίνει... έχει και ζάχαρο, θα της ανέβει... θα' χουμε πάλι γιατρούς αλλά τι να κάνουμε; Πρέπει να τα μάθει, να τα πει στον θείο τον Νικόλα. Ο θείος ο Νικόλας είναι το καρντάσι της, για. Η μάνα μου έχει ένα καρντάσι, παντρεύτηκε τη θεία την Ελένη αλλά χωρίσανε. Τα καρντάσια του πατέρα μου, όλα παντρευτήκανε, κανένα δεν χώρισε. Εμένα με φαίνεται πως πήρα από το σόι της μάνας μου. Και με το λεγε για εκείνη. “Δεν με αρέσει αυτή. Δεν με αρέσει αυτή Τζιέρι μου. Για την Πέπη με τα' λεγε. Αλλά ύστερα είδε πως στεναχωρήθηκα και με λέει: “Άντε, κομμάτια να γίνει”, κι έγινε...».


Η θλίψη μετατρέπεται σε χαμόγελο και το χαμόγελο σε βουβή ευχαριστία. Όχι μία, άπειρες. Όχι τυπικές, ουσιαστικές. Το διαδίκτυο ξεχειλίζει από δαύτες, οι «τοίχοι» μετατρέπονται σε οθόνες γέλιου, τα «αντίο» δεν χωράνε τον μεγάλο απόντα. Κάποιος γράφει: «Μην κλαίτε για τον Κώστα Βουτσά γιατί έφυγε νιώθοντας νέος στα γεράματα του...Να κλαίτε γι' αυτούς που νιώθουν γέροι στα νιάτα τους...». Πόσο δίκιο έχει... Συνομήλικο τον είχα, μπορεί και μικρότερο. Γάμοι, παιδιά, έρωτες, διαζύγια, ξανά απ' την αρχή, πατέρας στα 84 «αν ο Θεός και η πατρότητα μου το επιτρέψουν θα κάνω κι άλλο παιδί», ακόρεστη δίψα για ζωή, ακούραστη ζωή σε συνεχή δίψα. Και ναι! «Ο υπέροχος Κώστας Βουτσάς πέθανε νέος (αν όχι στα χρόνια) γεμάτος ζωή. Είχε τα κότσια να ζήσει. Δεν καταδέχτηκε ποτέ ν' απαντήσει σε όλα αυτά τα μίζερα, θλιβερά και «γερασμένα» ανθρωπάκια, όταν τον χλεύαζαν τον ειρωνεύονταν που σε μεγάλη ηλικία παντρεύτηκε και έκανε παιδί...».

«Ένας υπέροχος άνθρωπος χωρίς ίχνος βεντετισμού»

Στέκομαι στην παραπάνω φράση. Και πιο μετά θυμάμαι. Χορός στο Intercontinental. Πολλά χρόνια πριν. Ανάμεσα στους καλεσμένους, διάφοροι ζεν πρεμιέ με θεληματικά πηγούνια και τσιτωμένα κορμιά. Ματιά δεν τους ρίχνουμε. Καμιά μας δεν θέλει να χορέψει μαζί τους. Όλες, σκοτωνόμαστε για ένα χορό, για ένα τρελό rock n' roll, με τον «Έχω και κότερο. Πάμε μια βόλτα;». Κοριτσάκια που στριφογυρίζουμε γύρω του σαν τις μέλισσες «Κύριε Βουτσά, χορεύουμε;». Οι ωραίοι, τρώνε τη σκόνη του, εκείνος με φιγούρες αλά Elvis και με χαμόγελο που ξεχειλίζει αληθινή ευγένεια κι ατόφια καλοσύνη, δέχεται να χορέψει τη μία μετά την άλλη: «Σας ευχαριστώ, κύριε Βουτσά», του λέμε στο τέλος των αλλεπάλληλων χορών. «Εγώ σας ευχαριστώ κορίτσια. Με κάνατε να αισθανθώ παιδάκι...», μας απαντά. Πόση ταπεινότητα, πόση αρχοντιά, πόσο μεγαλείο χώρεσε σε μία μόνο φράση του, πέρασαν χρόνια για να το καταλάβουμε. Ο Κώστας Βουτσάς μπορεί να μην είχε την αρρενωπότητα κάποιων είχε όμως μια γλυκύτητα, μια ταπεινότητα και μία αμεσότητα που θα τη ζήλευαν πολλοί. Ήταν ο άνθρωπος «ναι σε όλα». Κατάφαση σε συνεντεύξεις και δύσκολες ερωτήσεις, τηλέφωνα ανοιχτά, ψυχή ορθάνοιχτη, στάλα βεντετισμού, ίχνος σταριλικιού, οι αρνήσεις είναι για τους φοβητσιάρηδες...« Άνθρωποι που πάτησαν στην κορυφή του επαγγελματικού τους Έβερεστ - για τα δεδομένα της χώρας μας - και δεν μέθυσαν από τη φήμη και τις επιτυχίες τους, αλλά παρέμειναν φυσιολογικοί, δεν υπάρχουν πολλοί. Και μόνο για αυτό, η απώλεια του Κώστα Βουτσά είναι δυσαναπλήρωτη». Σωστά τα έγραψαν για εσάς κύριε Βουτσά. Ο κόσμος έχει ένστικτο, και στην περίπτωσή σας, αυτό το ένστικτο, λειτούργησε σωστά. Ελεύθερο από σοβαροφάνειες, τίγκα στη χαρά. Αυτό δεν λέγατε άλλωστε; «Να προσπαθείτε για το ακατόρθωτο, μόνο έτσι αξίζει η ζωή… Και χιούμορ, χιούμορ, παιδιά! Γιατί μια μέρα χωρίς γέλιο είναι μια μέρα χαμένη!»


Χιούμορ λοιπόν...


... Με τηλεοράσεις ανοιχτές κι ορθάνοιχτες κεραίες στο «χαμόγελο της νιότης μας, στον παιχνιδιάρικο χαρακτήρα του, στο πληθωρικό και μπριόζικο παίξιμό του, στις αναντικατάστατες ερμηνείες που αποτελούσαν εγγύηση γέλιου και αγαπήθηκαν όσο λίγες από εμάς - τον ευχαριστούμε και θα μας λείψει». Όσο η ώρα περνά τόσο ο κόσμος θρηνεί κι όσο ο κόσμος θρηνεί τόσο μεγαλύτερη γίνεται η απόδειξη ότι ο Κώστας Βουτσάς ήταν ο τελευταίος μεγάλος μας κωμικός. Όχι μόνο για τα γέλια και τις ατάκες που μας χάρισε αλλά και για το ταλέντο του να χαμογελά απέναντι στα δύσκολα. «Ένα αστείο είναι η ζωή κι εσύ το ήξερες καλύτερα από όλους...». Μαθημένος από παιδί να βγάζει γλώσσα στα ζόρικα, οι ευκολίες υποκλίνονταν στο πέρασμά του, ταλέντο ζωής ή τρόπος σκέψης, δεν έχει σημασία... Αυτό μας έμαθε, αυτό κρατάμε, ακόμη και στο τέλος: «Άλλοι κάνουν τον Χάρο να φοβάται, εσύ τον έκανες να λυθεί στα γέλια, με το που σταμάτησε για να ανέβεις στην βάρκα του σε βλέπει με το φωτεινό σου χαμόγελο να του λες … “Έχω και κότερο πάμε μια βόλτα;”. Καλή αντάμωση Κώστα, σ ευχαριστούμε για όλα».


Χιούμορ λοιπόν. Με τηλεοράσεις ανοιχτές κι ορθάνοιχτες κεραίες στο «χαμόγελο της νιότης μας. Να, κύριε Κώστα! «Μεγαλώσατε τόσες και τόσες γενιές! Σας βλέπουν τα παιδιά μας και χαμογελούν, ξέρετε πόση αξία έχει το χαμόγελο των παιδιών μας; Σας ευχαριστούμε για όλα». Πάμε ξανά. Σαν άλλοτε. Με οικογένεια σε πλήρη στοίχιση αγκαλιάς, χαμόγελα μπερδεμένα με γέλια, κουβάρι ευτυχίας που κανείς δεν θα θελήσει ποτέ να ξεμπερδέψει: «Αυτή την Κυριακή θα σας δούμε κύριε Βουτσά. Θα βάλουμε δυνατά την τηλεόραση και θα γελάσουμε με την ψυχή μας. Σας ευχαριστούμε για όλα. Καλό σας ταξίδι». Και παιδιά, μην στεναχωριέστε: «Ο Κώστας Βουτσάς, απλώς επέστρεψε στον Παράδεισο, από όπου είχε αποδράσει...» κι εμείς δεν μεγαλώσαμε ποτέ...



loading...

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

 
Top